Πέμπτη 18 Φεβρουαρίου 2010

To potpourri που λατρέψαμε…




Το 1976 ο Δημήτρης Μητροπάνος κυκλοφορεί τον 3ο προσωπικό του δίσκο με τον απλό αλλά και σαφή τίτλο «Λαικά '76». Έχουν προηγηθεί συνεργασίες με σημαντικούς συνθέτες όπως ο Γ. Ζαμπέτας, ο Τ. Μουσαφίρης, ο Δ. Μούτσης (Άγιος Φεβρουάριος), ο Γ. Κατσαρός (Ο δρόμος για τα Κύθηρα), ο Μ. Πλέσσας και ο Απ. Καλδάρας (Σκόρπια φύλλα). Στο «Λαικά '76» έγραψαν μουσικές ο Τάκης Μουσαφίρης και ο Σπύρος Παπαβασιλείου και στίχους ο Τάσος Οικονόμου. Ο δίσκος έγινε χρυσός και έβγαλε διαχρονικά σουξέ όπως το «Κάνε κάτι να χάσω το τραίνο», τις «Καλαμιές», Το «Καλοκαίρια και χειμώνες» και άλλα…


Το τραγούδι όμως που έκλεινε το δίσκο, έκανε πλήθος λαού, από σκληροπυρηνικούς λαϊκούς μέχρι ακραιφνείς ροκάδες να λυγίσουν στη δύναμη του - στίχο και μουσική και να το τραγουδούν χρόνια τώρα, για έρωτες νέους και παλιούς, για αγάπες που γεννώνται ή πεθαίνουν. Στη πραγματικότητα δεν μιλάμε για ένα τραγούδι αλλά για μια αριστοτεχνική συρραφή τριών τραγουδιών σε ένα ερωτικό έπος!


Το «Δυο νύχτες» που ξεκινά το pot pourri, είναι μια σύνθεση του Μίμη Χριστόπουλου σε στίχους του Σάκη Καπίρη, την οποία ερμήνευσε μοναδικά η Μαρινέλλα στο δίσκο του 1969 «Όταν σημάνη εσπερινός». Το μέρος των στίχων που χρησιμοποιήθηκε από το τραγούδι ήταν αυτό:


«Δυο νύχτες ανταμώσανε,πάνω στα δάκρυα μου


η νύχτα που σε γνώρισα κι η νύχτα που χωρίζουμε


και κλαιν τα όνειρα μου, θα πνίξουν τη καρδιά μου»


Ακολουθεί το «Αλίμονο, αλίμονο», σύνθεση του Τόλη Βοσκόπουλου σε στίχους του Ηλία Λυμπερόπουλου. Η πρώτη εκτέλεση εδώ ήταν του Κωστή Χρήστου (καλού λαϊκού τραγουδιστή της εποχής, που σήμερα διατηρεί μαγαζί με ρούχα στην αρχή της Γαλατσίου κοντά στην Πατησίων). Οι στίχοι που ακολουθούν είναι από αυτό το κομμάτι:


«Χωρίς την αγάπη σου θα ήμουνα μόνος,


η πίκρα θα μ' έπνιγε, το δάκρυ, ο πόνος


εσύ με οδήγησες στη γη στην ελπίδα,


του κόσμου το νόημα στα μάτια σου είδα.


Αλίμονο σ' αυτούς που δεν αγάπησαν αλίμονο,


αλίμονο σ' αυτούς που δε δακρύσανε ζωή,


την ομορφιά σου δε γνωρίσανε ζωή,


την ομορφιά σου δε γνωρίσανε».


Το φινάλε ήταν σύνθεση του Σπύρου Παπαβασιλείου σε στίχους του Κώστα Βέργου και γράφτηκε με σκοπό να κλείσει ιδανικά το τραγούδι:


«Η νύχτα απλώθηκε παντού, ειν' το τραγούδι τ' ουρανού,


νύχτα βαθιά, πολύ βαθιά μες την ψυχή μου,


με σκέπασε η ερημιά, μια θλίψη και μια παγωνιά,


γιατί να φύγεις ξαφνικά απ' τη ζωή μου;


θέλω απόψε να σου γράψω, μα φοβάμαι μήπως κλάψω,


με κουράσανε τα δάκρυα κι οι λυγμοί,


τα παράθυρά μου κλείνω πάλι μόνος μου θα μείνω,


θα με πνίξουν πάλι απόψε οι στεναγμοί».


Αργότερα στις συναυλίες του, ο Δημήτρης Μητροπάνος θα τραγουδά το τελευταίο μέρος με άλλους στίχους, του Φώντα Λάδη:


«Βγήκε η ζωή μας στο σφυρί σ' Αμερική και Ευρώπη,


ανθρώποι μας γεννήσανε και μας πουλάν ανθρώποι.


Για μεροκάματο διπλό τον ουρανό μας κρύψανε,


δεν έχει φως να ζήσουμε τη μοίρα μας να χτίσουμε.


Η φτώχεια εκεί και η νύχτα εδώ μάνα,


οι τόποι λείψανε τη μοίρα μας να χτίσουμε».


Δεν έχω σχόλιο για αυτό το τραγούδι - αγάπησα με αυτό, θρήνησα χωρισμούς με αυτό, με συντρόφεψε στη σκοπιά, στο μεθύσι, σαν φίλος αδελφός…


Αλίμονο σ' αυτούς που δεν αγάπησαν!


Ανεβάζω το τραγούδι όπως ηχογραφήθηκε στα «Λαικά ΄76», καθώς και τις πρώτες εκτελέσεις με τη Μαρινέλλα και τον Κωστή Χρήστου. Βάζω και μια live ερμηνεία με τους πρόσθετους στίχους του Φώντα Λάδη (ευχαριστώ George για τη διόρθωση!) και σας εύχομαι καλή ακρόαση!






















4 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Ωραίοι! Ωραίοι!
Βέβαια εγώ θεωρώ κορυφαίο , απίστευτο κλπ το
"σε μια στοίβα καλαμιές" ,
αλλά αυτό είναι αλλη ιστορία.

Φυσικά και το ποτ πουρι ετούτο είναιεκπληκτικό και απο τις κορυφαίες ερμηνείες του Μητροπάνου.
Η εκδοχή με τους στίχους του Θεοδωράκη με εξέπληξε. Εν μέσω οικουμενικής, άνευ χαρτοφυλακίου ο Μίκης κι ο Μητροπάνος έλεγε τέτοια πράγματα στο Λυκαβητό; Εντυπωσιάστηκα.

Θα κάνω όμως μια παρατήρηση ιστορικού ενδιαφέροντος και νομίζω πως έχω δίκιο γιατί το έχω ακούσει και απο το Μητροπάνο να το λέει.
Το ποτ πουρί αυτό όταν κυκλοφόρησε δε γνώρισε και τόσο μεγάλη αποδοχή.
Αυτό όμως έγινε απο το ΄86 και μετά και οφείλεται στην ταινία του Νίκου Παπατάκη "η φωτογραφία". Συγκεκριμένα όχι τόσο στην ίδια την ταινία αλλά σε μια μικρού μήκους που προβαλλόταν στην αρχή. Δεν θυμαμαι ποιανού ήταν ούτε το θέμα της. Θυμάμαι καλά όμως έναν τύπο μεσα σ΄ένα τραίνο κι ενώ έχει κάτσει και το τραίνο φεύγει αρχίζει το ποτ πουρί και παίζεται ΌΛΟ! ενώ το τραίνο ταξιδεύει.Όλη η αξία της μικρού μήκους ήταν το τραγούδι, και στην ουσία πάνω σ΄αυτό πάτησε.Λειτούργησε και κάπως σαν βίντεο κλιπ.
Η ταινία του Παπατάκη είχε μεγάλη εμπορική επιτυχία τότε (καταπληκτική ιστορία) και το τραγούδι γνώρισε δεύτερη καριέρα.
Απο την αρχή που διάβασα την αναρτηση είχα σκοπο να ρωτήσω πότε τραγουδούσε τους στίχους του Θεοδωράκη. Φτάνοντας στο τέλος το βίντεο μου λύθηκε η απορία. Γιατί απο το 86 και μετά έγινε διάσημο το άσμα. Όχι βέβαια πως είναι απίθανο να το έλεγε και πιο πριν στις συναυλίες του (αν και δεν είμαι σίγουρος κατά πόσο έκανε συναυλίες ο Μητροπάνος. Έχω την αίσθηση πως μόνο σε νυχτερινά μαγαζιά έπαιζε μέχρι τότε)

Υ.Γ. Διαβλέπω ωραίες ιστορίες εδώ μέσα για το μέλλον.

Υ.Γ 2. Παράπονο-πρόκληση: οι σχολιαστές της Κιβωτού που είναι;

ΘΚ είπε...

Καλημέρα! Με τη πρώτη γουλιά του καφέ σε διαβάζω φίλε Σολωμάντζαρε.. Την ιστορία που γράφεις δεν την θυμόμουν καθόλου - έτσι θα το δουλέψουμε αυτό το μπλογκάκι -όποιος/α θέλει θα συμπληρώνει το παζλ, άλλωστε ποτέ δεν αισθάνόμουν περήφανος για τις επιδόσεις της μνήμης μου. Τραγούδια του Μητροπάνου γούσταρα πάντοτε, εκείνοι οι πρώτοι δίσκοι του, έχουν λιώσει στο παμπάλαιο πικάπ ενός θείου μου, που έκρυβε θησαυρούς από 45άρια και λίγα άλμπουμ βινυλίου. Τότε άκουγα ροκ, τον αμανέ του τραγουδιού τον κορόιδευα, μέχρι που ήρθε ο... έρωτας (!) και έγινε μέρος της ηχητικής υπόκρουσης των μοναχικών βραδιών μου. Τότε ήρθε κι ο Τόλης, ο Πουλόπουλος και άλλες αμαρτίες, αλλά για αυτά θα γράψουμε και στο μέλλον.
Για τα σχόλια θα δούμε - αυτό το blog είναι συγκεκριμένης οπτικής. Νοιώθω πως γεμίσαμε εισαγγελείς του καναπέ και γιαλαντζί επανάσταση του desktop, βλέπω πως λειτουργώ πανάθεμα με! στη καθημερινότητα μου και λέω πως ένας ακόμα δεν θα λείψει, ούτε θα αλλάξει τίποτα -ας αλλάξει πρώτα τον εαυτό του και γι' αυτό προτίμησα να σωπάσω...
Να 'σαι καλά!

saltatempo είπε...

Τα ακούω… πίνω… θυμάμαι… και γράφω.
Έστω και καθυστερημένα φίλε, είναι από τα τραγούδια που δεν αναλύονται δεν μπαίνουν σε καλούπια. Μόνο να τα αισθανθείς μπορείς και τότε….είναι που δεν μπορείς να αρθρώσεις πολλές λέξεις
γιατί σου κάθεται ένας κόμπος στο λαιμό, μαζί με το τραγούδι παίζει και η ταινία της ζωής σου….
Κάτι σαν τον Μπεν Χουρ ένα πράγμα.
Καλό βράδυ

ΥΓ Νομίζω μας χρειάζεται μια Σάρτη

Unknown είπε...

Καλησπέρα,
χωρίς διάθεση διόρθωσης, θα ήθελα να σχολιάσω ότι το τελευταίο μέρος του κομματιού όπως έχει ηχογραφηθεί από τη συναυλία του Λυκαβηττού, είναι πράγματι ένα τραγούδι του Θεοδωράκη στον οποίο όμως δεν ανήκουν οι στίχοι. Οι στίχοι λοιπόν είναι του Φώντα του Λάδη, από τη συνεργασία των δύο που εκδόθηκε το 1976, σε δύο εκδόσεις μάλιστα, υπό τον τίτλο "Γράμματα από τη Γερμανία".
Καλό σας βράδυ